Μια γυναίκα είναι στο κρεβάτι με το φίλο της, ενόσω ο άντρας της είναι στη δουλειά. Είναι σε άλλους κόσμους κι οι δυό τους και ξαφνικά ακούγεται τ’ αυτοκίνητο του συζύγου που φτάνει από κάτω.
Πετάγεται η κυρία έντρομη:
– Σήκω γρήγορα, ήρθε ο άντρας μου νωρίτερα. Σήκω και πήδα απ’ το παράθυρο,
γιατί αν μας βρει θα μας σκοτώσει και τους δυο.
– Αποκλείεται να φύγω απ’ το παράθυρο, λέει ο φίλος της. Έξω βρέχει του σκοτωμού και θα γίνω μούσκεμα.
– Βρε φεύγα που σου λέω, γιατί αν σε βρει εδώ θα μας…
– Καλά λέει ο άλλος και μαζεύει τα ρούχα του και βάζοντας μόνο τα παπούτσια του πηδάει γυμνός στον κήπο και βγαίνει σιγά – σιγά απ’ την πόρτα χωρίς να τον πάρει χαμπάρι ο σύζυγος που εκείνη τη στιγμή έμπαινε στο σπίτι.
Έξω απ’ το σπίτι εκείνη την ώρα περνούσε ένα πλήθος που έτρεχαν Μαραθώνιο, που είχε προκηρύξει ο τοπικός Δήμαρχος. Μπαίνει κι αυτός (γυμνός) ανάμεσα στο πλήθος κι αρχίζει να τρέχει. Οπότε ο διπλανός του γυρνάει και του λέει:
– Εσείς πάντα παίρνετε μέρος σε τέτοιες εκδηλώσεις με αγώνες δρόμου;
– Ναι πάντα, λέει αυτός συνεχίζοντας να τρέχει.
– Και πάντα τρέχετε έτσι γυμνός;
– Πάντα έτσι τρέχω γιατί αισθάνομαι ότι είμαι απελευθερωμένος από τα άγχη μου και νιώθω πολύ ωραία.
– Υποθέτω ότι μόλις θα πλησιάζετε στο τέρμα θ’ αρχίζετε να ντύνεστε, επιμένει ο άλλος.
– Ναι, βέβαια κάπως έτσι γίνεται, απαντά ο… ξεβράκωτος.
– Έχω όμως μία απορία, λέει ο περίεργος. Το προφυλακτικό πάντα το φοράτε… όταν τρέχετε;
– Όχι, απαντά ο άλλος. Μόνο όταν… βρέχει πολύ!