Σε μια άτυχη στιγμή της ζωής του, ο Στράτος Διονυσίου, στις 30 Μαΐου 1975, καταδικάσθηκε σε φυλάκιση 3 ετών και εκτόπιση άλλων τριών στα Γιάννινα, για κατοχή ποσότητας χασίς.
Οδηγήθηκε στο Γεντί Κουλέ και μετά από τέσσερις εβδομάδες στις φυλακές της Κέρκυρας, όπου έμεινε, περίπου, ενάμιση μήνα. Ακολούθησαν οι Αγροτικές φυλακές της Τίρυνθας, όπου παρέμεινε μέχρι το Πάσχα του 1976, οπότε αποφυλακίστηκε, μετά από απονομή χάριτος.
Οι φυλακές της Τίρυνθας έχουν έναν ευρύχωρο χώρο εκδηλώσεων, σαν θέατρο. Εκεί, την Πρωτοχρονιά του 1976, είχε προγραμματισθεί εκδήλωση με ορχήστρα, όπου είχε κανονιστεί να τραγουδήσει και ο Στράτος.
Όπως ήταν αναμενόμενο, στις πρώτες σειρές των ακροατών είχαν συγκεντρωθεί αρκετοί «επίσημοι», που είχαν ενημερωθεί σχετικά από τον Διευθυντή των φυλακών.
Το πρόγραμμα άρχισε, οι τραγουδιστές στη σκηνή εναλλάσσονταν, όμως ο Στράτος δεν φαινόταν πουθενά. Ανήσυχος, ένας ανώτερος δημόσιος λειτουργός, που καθόταν δίπλα στον Διευθυντή, γύρισε και τον ρώτησε:
-Καλά, δεν θα τραγουδήσει ο Διονυσίου;
-Αρνείται να ανέβει στη σκηνή αν…
-Αν;
-Αν δεν τον αφήσουμε να στρίψει τσιγάρο προηγουμένως.
-Αμερικάνικο;
-Αμερικάνικο!
-Ε, άσε τον άνθρωπο να στρίψει, να το χαρεί, να χαρούμε κι εμείς, μέρα που ‘ναι. Μη χαλάσει και η βραδιά!
Ειλικρινά, ομολογώ, πως ο παλιός του συγκρατούμενος, ο Κώστας Κ., που διηγόταν την ιστορία, ένα βράδυ, λίγο πριν κλείσει οριστικά η «ταβέρνα του Νικόλα» στ’ Ανάπλι, δεν συνέχισε με την εξέλιξη της ιστορίας. Μάλλον τον έκοψε ο Γιάννης Μπάζος, λέγοντας κάποια ιστορία από την ταβέρνα του Φώτη του Κουμάν, που βρισκόταν στα ριζά του βράχου του Παλαμηδιού, στην είσοδο της Πρόνοιας. Κι εγώ δεν έτυχε να τον ξαναβρώ, να τον ρωτήσω.
Κώστας, Γιάννης και Νικόλας, είναι μακαρίτες πλέον. Άνθρωπο δεν πειράξανε, ας είναι ελαφρό το χώμα που τους σκεπάζει.
Γιώργος Ν. Μουσταΐρας
.